Βιογραφίες - Biographies
Virginia Woolf
Η Βιρτζίνια Γουλφ (ή Βιργινία Γουλφ (Virginia Woolf, πλήρες όνομα Αντελίν Βιρζίνια Στήβεν - Adeline Virginia Stephen), 25 Ιανουαρίου 1882 - 28 Μαρτίου 1941) υπήρξε σπουδαία Αγγλίδα μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος, που θεωρήθηκε πρωτοπόρος και νεοτερίζουσα λογοτέχνις στον 20ό αιώνα και μια από τους μέγιστους καινοτόμους στην αγγλική γλώσσα. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου υπήρξε σημαντική μορφή στη λογοτεχνική κοινωνία του Λονδίνου και μέλος της Ομάδας Μπλούμσμπερυ. Τα διασημότερα έργα της είναι τα μυθιστορήματα Μια ωραία μέρα της Κας Νταλογουέη (Mrs Dalloway, 1925), Στο φάρο (To The Lighthouse, 1927), το Ορλάντο (Orlando, 1928), και το δοκίμιο Ένα δωμάτιο ολοδικό σου (A Room of One's Own, 1929) με τη παροιμιώδη φράση της: «Μια γυναίκα πρέπει να έχει τα χρήματα και ένα δωμάτιο κατάδικό της, εάν πρόκειται να γράψει μυθιστοριογραφία». Τα μυθιστορήματά της διακρίνονται για το ψυχολογικό τους βάθος και το εκφραστικό τους ύφος. Άλλα γνωστά έργα της είναι: Νύχτα και μέρα, Τα κύματα, Τα χρόνια, Τρεις γκινέες, κ.ά.
Η Αντελίν Βιρτζίνια Στήβεν γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 25 Ιανουαρίου του 1882, κόρη του Σερ Λέσλι Στήβεν και της Τζούλιας Πρίνσεπ Τζάκσον, και εκπαιδεύτηκε από τους γονείς της στο σπίτι τους, στον αριθμό 22 της Hyde Park Gate στο Κένσιγκτον. Οι γονείς της είχαν προηγούμενους αποτυχημένους γάμους, και συνολικά η οικογένεια περιείχε τα παιδιά τριών γάμων. Ο πατέρας είχε μακρινή συγγένεια με τον συγγραφέα Ουίλλιαμ Θάκερεϊ, ήταν γνωστός συγγραφέας ο ίδιος, ιστορικός, κριτικός και ορειβάτης. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και συντάκτης του Λεξικού Εθνικής Βιογραφίας (Dictionary of National Biography), ενός έργου που έμελλε να επηρεάσει την κόρη του Βιρτζίνια στις κατοπινές της πειραματικές βιογραφίες. Έτσι η Βιρτζίνια μεγάλωσε σε περιβάλλον καλλιτεχνικό με επιρροές από τη βικτωριανή λογοτεχνική κοινωνία: Χένρυ Τζέιμς, Τζωρτζ Έλλιοτ, Τζωρτζ Χένρυ Λιούις, Τζούλια Μάργκαρετ Κάμερον (θεία της μητέρας της) και Τζέιμς Ράσσελ Λόουελ (νονός της Βιρτζίνιας), ήταν μεταξύ των επισκεπτών του σπιτιού της οικογένειας. Η μητέρα της, Τζούλια Στήβεν, γνωστή καλλονή της εποχής της, είχε κι αυτή εξίσου επιφανείς γνωριμίες (ένας πρόγονός της υπήρξε υπηρέτης της Μαρίας Αντουανέττας). Προερχόταν από οικογένεια με γυναίκες φημισμένες για την ομορφιά τους, που σημάδεψαν με την παρουσία τους τη βικτωριανή κοινωνία ως μοντέλα των προραφαηλιτών ζωγράφων και φωτογράφων. Από εκεί περιήλθε στα χέρια της οικογένειας μια σειρά διάσημων και πανέμορφων πινάκων. Συμπλήρωμα αυτών των επιρροών ήταν η τεράστια βιβλιοθήκη του σπιτιού, απ' όπου οι αδελφές Βιρτζίνια και Βανέσσα διδάχτηκαν τους κλασικούς και την αγγλική λογοτεχνία, σε αντίθεση με τους αδελφούς τους Έιντριαν και Τζούλιαν (Θόρμπυ) που ακολούθησαν την τυπική εκπαίδευση στο Καίμπριτζ (τη διαφορά αυτή η Βιρτζίνια τη θυμόταν με πίκρα). Πάντως οι αδελφές επωφελήθηκαν από τις διασυνδέσεις των αδελφών τους στο Καίμπριτζ, γιατί τα αγόρια προσκαλούσαν τους διανοούμενους φίλους τους στο σπιτικό τους.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά της, οι ζωηρότερες μνήμες της παιδικής της ηλικίας δεν ήταν από το Λονδίνο αλλά από το Σεντ Άιβς στην Κορνουάλη, όπου η οικογένεια περνούσε κάθε καλοκαίρι της μέχρι το 1895. Η οικογένεια έμεινε στο σπίτι το αποκαλούμενο Τάλαντ (Talland), με θέα πέρα από τον κόλπο Πορθμίνστερ. Οι μνήμες των οικογενειακών διακοπών και των εντυπώσεων του τοπίου, ειδικά ο φάρος Godrevy, επηρέασαν τη γραφή της, ειδικά προς το τέλος της ζωής της, και ειδικότερα στο Φάρο. Πιο συγκεκριμένα, το σπίτι στη Σκωτία, στο βιβλίο της, είναι το Τάλαντ και η οικογένεια Ράμσεϋ, είναι στην πραγματικότητα η δική της.
Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας από γρίπη (1895) στα 13 της, και αυτός της αδελφής της Στέλλας δυο χρόνια αργότερα, επέφεραν μια πρώτη σειρά νευρικών κλονισμών. Ο θάνατος του πατέρα της (το 1904) προκάλεσε πιο ανησυχητική κατάρρευση και η Βιρτζίνια χρειάστηκε να μπει για λίγο σε κλινική. Οι κλονισμοί αυτοί και οι επόμενες επαναλαμβανόμενες καταθλιπτικές περίοδοί της οφείλονται, σύμφωνα με σύγχρονους μελετητές, και στη σεξουαλική κακοποίηση που αυτή και η αδερφή της Βανέσσα υπέστησαν από τους ετεροθαλείς αδελφούς τους Τζωρτζ και Τζέραλντ, πράγμα που και η ίδια μνημονεύει στα αυτοβιογραφικά δοκίμιά της.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής της επηρεάστηκε από αυτή τη δραστική ταλάντευση διάθεσης. Αν κι αυτές οι επαναλαμβανόμενες διανοητικές διαταραχές είχαν πολλές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή της, οι λογοτεχνικές δυνατότητές της παρέμειναν άθικτες. Οι σύγχρονες διαγνωστικές τεχνικές έχουν οδηγήσει σε μεταθανάτια διάγνωση διπολικής διαταραχής, μια ασθένεια που χρωμάτισε την εργασία, τις σχέσεις και τη ζωή της και οδήγησε τελικά στην αυτοκτονία της. Μετά από το θάνατο του πατέρα της το 1904 και της δεύτερης σοβαρής νευρικής κατάρρευσής της, η Βιρτζίνια, η Βανέσσα κι ο Έιντριαν πούλησαν το σπίτι στο Κένσινγκτον και αγόρασαν ένα στο τετράγωνο 46 Gordon στο Μπλούμσμπερυ.
Μετά τις σπουδες της στο Ladie's Department of King's College London, η Γουλφ γνωρίστηκε με τους: Λύττον Στράτσυ, Κλάιβ Μπελ, Σάξον Σίντνεϋ Τέρνερ, Ντάνκαν Γκραντ και Λέοναρντ Γουλφ, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του διανοητικού κύκλου γνωστού ως Ομάδα Μπλούμσμπερι, που απέκτησε μεγάλη φήμη το 1910 με τη φάρσα του Ντρέντνωτ, όπου η Βιρτζίνια συμμετείχε άμεσα, ντυμένη αντρικά σαν Αιθίοπας.
Παντρεύτηκε τον συγγραφέα Λέοναρντ Γουλφ το 1912, τον οποίο αναφέρει κατά τη διάρκεια του δεσμού τους ως Αδέκαρο Εβραίο. Πολλοί βιογράφοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο γάμος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ πλήρως, και ότι η σεξουαλικότητά της κατευθύνθηκε προς τις γυναίκες. Κι όμως το ζεύγος μοιράστηκε ένα στενό δεσμό και το 1937 εκείνη έγραψε στο ημερολόγιό της:
Μετά από την ολοκλήρωση του τελευταίου (μεταθανάτια δημοσιευμένου) μυθιστορήματός της, έπεσε σε βαριά κατάθλιψη παρόμοια με την προηγούμενη. Ο πόλεμος και η καταστροφή των σπιτιών της στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιδρομών της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, καθώς επίσης και η ψυχρή υποδοχή της βιογραφίας της από τον πρώην φίλο της Ρότζερ Φράυ επιδείνωσαν την κατάσταση, σε βαθμό που την κατέστησε ανίκανη να γράψει. Στις 28 Μαρτίου του 1941, υπό την επήρεια άλλης μιας νευρικής, καταθλιπτικής κρίσης, ρίχτηκε στον ποταμό Ουζ (Ouse), έχοντας βάλει στις τσέπες της πέτρες, και πνίγηκε. Το σώμα της βρέθηκε στις 18 Απριλίου και ο σύζυγός της την έθαψε κάτω από ένα δέντρο, στον κήπο του σπιτιού τους, στο Ρόντμελ του Σάσσεξ. Σ' αυτό που θεωρείται από τους περισσότερους η τελευταία σημείωσή της προς τον σύζυγό της έγραψε:
Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκείνους τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν' ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου 'χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ' αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να 'ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω... ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ' απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ' το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ' είχε σώσει, αυτός θα 'σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να 'ναι ευτυχέστεροι απ' όσο ήμασταν εμείς.
Virginia Woolf
Η Βιρτζίνια Γουλφ (ή Βιργινία Γουλφ (Virginia Woolf, πλήρες όνομα Αντελίν Βιρζίνια Στήβεν - Adeline Virginia Stephen), 25 Ιανουαρίου 1882 - 28 Μαρτίου 1941) υπήρξε σπουδαία Αγγλίδα μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος, που θεωρήθηκε πρωτοπόρος και νεοτερίζουσα λογοτέχνις στον 20ό αιώνα και μια από τους μέγιστους καινοτόμους στην αγγλική γλώσσα. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου υπήρξε σημαντική μορφή στη λογοτεχνική κοινωνία του Λονδίνου και μέλος της Ομάδας Μπλούμσμπερυ. Τα διασημότερα έργα της είναι τα μυθιστορήματα Μια ωραία μέρα της Κας Νταλογουέη (Mrs Dalloway, 1925), Στο φάρο (To The Lighthouse, 1927), το Ορλάντο (Orlando, 1928), και το δοκίμιο Ένα δωμάτιο ολοδικό σου (A Room of One's Own, 1929) με τη παροιμιώδη φράση της: «Μια γυναίκα πρέπει να έχει τα χρήματα και ένα δωμάτιο κατάδικό της, εάν πρόκειται να γράψει μυθιστοριογραφία». Τα μυθιστορήματά της διακρίνονται για το ψυχολογικό τους βάθος και το εκφραστικό τους ύφος. Άλλα γνωστά έργα της είναι: Νύχτα και μέρα, Τα κύματα, Τα χρόνια, Τρεις γκινέες, κ.ά.
Η Αντελίν Βιρτζίνια Στήβεν γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 25 Ιανουαρίου του 1882, κόρη του Σερ Λέσλι Στήβεν και της Τζούλιας Πρίνσεπ Τζάκσον, και εκπαιδεύτηκε από τους γονείς της στο σπίτι τους, στον αριθμό 22 της Hyde Park Gate στο Κένσιγκτον. Οι γονείς της είχαν προηγούμενους αποτυχημένους γάμους, και συνολικά η οικογένεια περιείχε τα παιδιά τριών γάμων. Ο πατέρας είχε μακρινή συγγένεια με τον συγγραφέα Ουίλλιαμ Θάκερεϊ, ήταν γνωστός συγγραφέας ο ίδιος, ιστορικός, κριτικός και ορειβάτης. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και συντάκτης του Λεξικού Εθνικής Βιογραφίας (Dictionary of National Biography), ενός έργου που έμελλε να επηρεάσει την κόρη του Βιρτζίνια στις κατοπινές της πειραματικές βιογραφίες. Έτσι η Βιρτζίνια μεγάλωσε σε περιβάλλον καλλιτεχνικό με επιρροές από τη βικτωριανή λογοτεχνική κοινωνία: Χένρυ Τζέιμς, Τζωρτζ Έλλιοτ, Τζωρτζ Χένρυ Λιούις, Τζούλια Μάργκαρετ Κάμερον (θεία της μητέρας της) και Τζέιμς Ράσσελ Λόουελ (νονός της Βιρτζίνιας), ήταν μεταξύ των επισκεπτών του σπιτιού της οικογένειας. Η μητέρα της, Τζούλια Στήβεν, γνωστή καλλονή της εποχής της, είχε κι αυτή εξίσου επιφανείς γνωριμίες (ένας πρόγονός της υπήρξε υπηρέτης της Μαρίας Αντουανέττας). Προερχόταν από οικογένεια με γυναίκες φημισμένες για την ομορφιά τους, που σημάδεψαν με την παρουσία τους τη βικτωριανή κοινωνία ως μοντέλα των προραφαηλιτών ζωγράφων και φωτογράφων. Από εκεί περιήλθε στα χέρια της οικογένειας μια σειρά διάσημων και πανέμορφων πινάκων. Συμπλήρωμα αυτών των επιρροών ήταν η τεράστια βιβλιοθήκη του σπιτιού, απ' όπου οι αδελφές Βιρτζίνια και Βανέσσα διδάχτηκαν τους κλασικούς και την αγγλική λογοτεχνία, σε αντίθεση με τους αδελφούς τους Έιντριαν και Τζούλιαν (Θόρμπυ) που ακολούθησαν την τυπική εκπαίδευση στο Καίμπριτζ (τη διαφορά αυτή η Βιρτζίνια τη θυμόταν με πίκρα). Πάντως οι αδελφές επωφελήθηκαν από τις διασυνδέσεις των αδελφών τους στο Καίμπριτζ, γιατί τα αγόρια προσκαλούσαν τους διανοούμενους φίλους τους στο σπιτικό τους.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά της, οι ζωηρότερες μνήμες της παιδικής της ηλικίας δεν ήταν από το Λονδίνο αλλά από το Σεντ Άιβς στην Κορνουάλη, όπου η οικογένεια περνούσε κάθε καλοκαίρι της μέχρι το 1895. Η οικογένεια έμεινε στο σπίτι το αποκαλούμενο Τάλαντ (Talland), με θέα πέρα από τον κόλπο Πορθμίνστερ. Οι μνήμες των οικογενειακών διακοπών και των εντυπώσεων του τοπίου, ειδικά ο φάρος Godrevy, επηρέασαν τη γραφή της, ειδικά προς το τέλος της ζωής της, και ειδικότερα στο Φάρο. Πιο συγκεκριμένα, το σπίτι στη Σκωτία, στο βιβλίο της, είναι το Τάλαντ και η οικογένεια Ράμσεϋ, είναι στην πραγματικότητα η δική της.
Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας από γρίπη (1895) στα 13 της, και αυτός της αδελφής της Στέλλας δυο χρόνια αργότερα, επέφεραν μια πρώτη σειρά νευρικών κλονισμών. Ο θάνατος του πατέρα της (το 1904) προκάλεσε πιο ανησυχητική κατάρρευση και η Βιρτζίνια χρειάστηκε να μπει για λίγο σε κλινική. Οι κλονισμοί αυτοί και οι επόμενες επαναλαμβανόμενες καταθλιπτικές περίοδοί της οφείλονται, σύμφωνα με σύγχρονους μελετητές, και στη σεξουαλική κακοποίηση που αυτή και η αδερφή της Βανέσσα υπέστησαν από τους ετεροθαλείς αδελφούς τους Τζωρτζ και Τζέραλντ, πράγμα που και η ίδια μνημονεύει στα αυτοβιογραφικά δοκίμιά της.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής της επηρεάστηκε από αυτή τη δραστική ταλάντευση διάθεσης. Αν κι αυτές οι επαναλαμβανόμενες διανοητικές διαταραχές είχαν πολλές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή της, οι λογοτεχνικές δυνατότητές της παρέμειναν άθικτες. Οι σύγχρονες διαγνωστικές τεχνικές έχουν οδηγήσει σε μεταθανάτια διάγνωση διπολικής διαταραχής, μια ασθένεια που χρωμάτισε την εργασία, τις σχέσεις και τη ζωή της και οδήγησε τελικά στην αυτοκτονία της. Μετά από το θάνατο του πατέρα της το 1904 και της δεύτερης σοβαρής νευρικής κατάρρευσής της, η Βιρτζίνια, η Βανέσσα κι ο Έιντριαν πούλησαν το σπίτι στο Κένσινγκτον και αγόρασαν ένα στο τετράγωνο 46 Gordon στο Μπλούμσμπερυ.
Μετά τις σπουδες της στο Ladie's Department of King's College London, η Γουλφ γνωρίστηκε με τους: Λύττον Στράτσυ, Κλάιβ Μπελ, Σάξον Σίντνεϋ Τέρνερ, Ντάνκαν Γκραντ και Λέοναρντ Γουλφ, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του διανοητικού κύκλου γνωστού ως Ομάδα Μπλούμσμπερι, που απέκτησε μεγάλη φήμη το 1910 με τη φάρσα του Ντρέντνωτ, όπου η Βιρτζίνια συμμετείχε άμεσα, ντυμένη αντρικά σαν Αιθίοπας.
Παντρεύτηκε τον συγγραφέα Λέοναρντ Γουλφ το 1912, τον οποίο αναφέρει κατά τη διάρκεια του δεσμού τους ως Αδέκαρο Εβραίο. Πολλοί βιογράφοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο γάμος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ πλήρως, και ότι η σεξουαλικότητά της κατευθύνθηκε προς τις γυναίκες. Κι όμως το ζεύγος μοιράστηκε ένα στενό δεσμό και το 1937 εκείνη έγραψε στο ημερολόγιό της:
Κάνοντας έρωτα -μετά από 25 χρόνια δεν μπορούν ν' αντέξουν χωριστά... βλέπεις αυτό είναι η μεγαλύτερη ευχαρίστηση που θέλουν: μια σύζυγο. Κι ο γάμος μας τόσο πλήρης.Συνεργάστηκαν επίσης επαγγελματικά, ιδρύοντας το 1917 τις εκδόσεις Hogarth Press που δημοσίευσαν στη συνέχεια το μεγαλύτερο μέρος των έργων της. Το ήθος του Μπλούμσμπερι αποθάρρυνε τη σεξουαλική αποκλειστικότητα. Το 1922 η Γουλφ συνάντησε τη Βίτα Σάκβιλ-Ουέστ. Μετά από ένα δειλό ξεκίνημα, συνήψαν σχέση που διάρκεσε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του '20. Το 1928 η Γουλφ παρυσίασε τη φίλη της με το Ορλάντο. Το βιβλίο αυτό ο γιος της Βίτας, Νάιτζελ Νίκολσον, το έχει αποκαλέσει τη «μεγαλύτερη και γοητευτικότερη ερωτική επιστολή στη λογοτεχνία». Όταν τελείωσε ο δεσμός τους, παρέμειναν φίλες μέχρι το θάνατο της Γουλφ. Άλλος δεσμός ήταν η Ματζ Βων, που αποτέλεσε την έμπνευση για το χαρακτήρα της «Κυρίας Ντάλογουεϊ».
Μετά από την ολοκλήρωση του τελευταίου (μεταθανάτια δημοσιευμένου) μυθιστορήματός της, έπεσε σε βαριά κατάθλιψη παρόμοια με την προηγούμενη. Ο πόλεμος και η καταστροφή των σπιτιών της στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιδρομών της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, καθώς επίσης και η ψυχρή υποδοχή της βιογραφίας της από τον πρώην φίλο της Ρότζερ Φράυ επιδείνωσαν την κατάσταση, σε βαθμό που την κατέστησε ανίκανη να γράψει. Στις 28 Μαρτίου του 1941, υπό την επήρεια άλλης μιας νευρικής, καταθλιπτικής κρίσης, ρίχτηκε στον ποταμό Ουζ (Ouse), έχοντας βάλει στις τσέπες της πέτρες, και πνίγηκε. Το σώμα της βρέθηκε στις 18 Απριλίου και ο σύζυγός της την έθαψε κάτω από ένα δέντρο, στον κήπο του σπιτιού τους, στο Ρόντμελ του Σάσσεξ. Σ' αυτό που θεωρείται από τους περισσότερους η τελευταία σημείωσή της προς τον σύζυγό της έγραψε:
Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκείνους τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν' ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου 'χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ' αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να 'ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω... ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ' απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ' το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ' είχε σώσει, αυτός θα 'σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να 'ναι ευτυχέστεροι απ' όσο ήμασταν εμείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου