Η Μπερνάρντα Άλμπα, πενθώντας τον πρόσφατο θάνατο του άντρα της, μετά τους θρήνους κλείνει με σχεδόν θρησκοληπτική αυστηρότητα το σπίτι της στη ζωή.
Οι πέντε κόρες της κάτω απ’ αυτό τον πιεστικό κλοιό – που πρώτη δέχεται η Μπερνάρντα από την εξωτερική πραγματικότητα του τόπου και την επιβάλλει με υποκειμενικά χαρακτηριστικά και στις κόρες της – ανοίγουν έναν αδυσώπητο πόλεμο μεταξύ τους για τον έρωτά τους με τον Πέπε Ρομάνο, σε μια καταθλιπτική ατμόσφαιρα εγκλεισμού από τον ανικανοποίητο αισθησιασμό τους.
H ανακάλυψη της φωτογραφίας του Πέπε στα χέρια μιας μικρότερης κόρης, που θεωρείται μνηστήρας της μεγαλύτερης κόρης, συνταράζει το καθεστώς και η έκρηξη δεν αργεί.
Η Μπερνάρντα, θέλοντας να επιβάλλει την τάξη, παραμονεύει και πυροβολεί τον άνδρα-πειρασμό με το άλογό του.
Η μικρή κόρη, θεωρώντας ότι έχει σκοτωθεί, οδηγείται στην αυτοκτονία.
Η μάνα ωστόσο, παραμένοντας πιστή στο αδυσώπητο χρέος, δίνει την ασκητική εντολή να μη μαθευτεί τίποτα από κανέναν, κλείνοντας με τη φράση: «η μικρή κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα πέθανε παρθένα. [...] Σιωπή!» Δήλωση που αποτυπώνει τους όρους αποδοχής της γυναικείας σεξουαλικότητας, από την εκεί αλλά και από τις περισσότερες τότε κοινωνίες, αποτελεί ίσως τον πυρήνα γραφής του έργου του.
Λίγο πολύ η Μπερνάρντα, σύμβολο της μητριαρχίας, ορίζει την τάξη των πραγμάτων με τους απαρασάλευτους κανόνες αιώνων, καθιστώντας το σπίτι της τάφο των ζωντανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου