Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΑΛΥΓΙΖΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΥΠΕΡΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ UBERMENSCH.



ΨΩΝΙΑ Η ξανθιά κοπέλα στο ταμείο με κοίταξε καχύποπτα και περίμενε να πληρώσω το λογαριασμό. Την τελευταία φορά που εξομολογήθηκες πόσο σου ζήτησε ο παπάς, αναρωτήθηκα κι αφήνοντας τις δυο σακούλες με τα ψώνια άρχισα νευρικά τις τσέπες μου να ψάχνω ενώ ο γέρος πίσω μου γέλασε μια μπόχα κρασιού ανακατεμένη με καλοσύνη που η ματιά της ξανθιάς με είχε κιόλας αναλύσει και μ’ είχε βρει πτωχό. Κι εγώ συνέχισα το ψάξιμο λέγοντας στον γέρο πίσω μου,‘κάθε φορά το ίδιο μου συμβαίνει’, τόσο απλό χαμόγελο κι η απλή δυσωδία αλκοόλ κι η καλωσύνη και καν δεν ήξερα ο άνθρωπος πίσω μου ήταν τόσο κωφάλαλος όμοια με τη συννεφιασμένη μέρα. ~ Μου αρέσουν όλοι όσοι περιφρονούν τα πάντα, γιατί αυτοί λατρεύουν και ποθούν το πέρασμα στην άλλη όχθη. SHOPPING The blonde clerk gazed me suspiciously and waited for me to pay my bill, the last time you had a confession how much did the priest charge you, I questioned, though I placed the two bags on the counter nervously searching my pockets while the old man behind me smiled, in his breath stench of wine mixed with compassion that the clerk had already counted me as poor as a doornail. While carrying on with my search I said to the old man, ‘it happens to me every time’, so simple, the smile, the alcohol stench, the compassion I returned the smile no idea the man behind me was as deaf as my somber day. ~ I like those who despise everything, for they alone, seek to pass over to the other shore. ~Ubermensch, Ekstasis Editions, 2013 ~Υπεράνθρωπος, ΕΝΕΚΕΝ, Θεσσαλονίκη, 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου