Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα της Σοφίας Σκουλίκα- Βέλλου, "ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΟΧΕΣ"



ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΣΚΟΥΛΙΚΑ - ΒΕΛΛΟΥ 

Μικρός από την Μυτιλήνη μόλις είχε έρθει στην κατάφωτη Αθήνα στο σπίτι της μεγάλης αδελφής. Μαζεμένο παιδί 15 μόλις χρονών έκλαιγε κάποια παιδική του αγάπη βαθιά μέσα του. Καστανός, ψήλος, έξυπνος, με χαμόγελο στην ματιά του, μα εκείνη είχε προτιμήσει καποιον άλλον. Η επιπολαιότητα της νεότητας, που πληγώνει...Βραδάκι του λέει ο γαμπρός του: "έλα να πάμε μια βόλτα Κώστα". Δέχθηκε, άλλωστε δεν πίστευε ότι τίποτα θα μπορούσε να αλλάξει τη διάθεσή του... Θυμάται ότι τον πήγε σε ένα σπίτι της Φυλης, από εκείνα τα γκρεμίσματα με τα μεγάλα παράθυρα, που το φως περιμένει σαν κάλεσμα τον διαβάτη. 'Οταν παρουσιάστηκε μια κοπελιά ρεπατζού και τον έκοβε μέχρι κάτω..."Θα έρθω να σε πάρω σε μια ώρα", του είπε ο γαμπρός του, κλείνοντας την πόρτα. Όταν βγήκε τον περίμενε απέξω καπνίζοντας. "όλα καλά; ... "ναι του είπε" .Δεν μίλησαν άλλο, αλλά εκείνος πέταγε, από μέσα του ..λες και του είχαν βάλει φτερά, λες και του είχαν χαρίσει ένα πολύτιμο δώρο και τέτοιο ήταν...Άνδρας πλέον, εκείνο το βράδυ, στο μισοσκότεινο δωμάτιο, θα το θυμόταν μια ζωη, μια αλλαγή ξεκινούσε... 
[Απόσπασμα από το μυθιστόρημα της Σοφίας Σκουλίκα- Βέλλου, "ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΟΧΕΣ"]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου