Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΑΡΤΕΜΙΟΥ - ΦΩΤΙΑΔΟΥ.

EΛΕΝΗ ΑΡΤΕΜΙΟΥ-ΦΩΤΙΑΔΟΥ

ΜΕ ΤΟ ΦΑΚΟ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
 
Είχε θράσος! Ναι, είχε μια μακριά ξανθή πλεξούδα και απίστευτο   θράσος κατευθείαν φερμένο απ΄το γαλάζιο κύμα του θυμού που φουρτούνιαζε το βλέμμα της. Κι ήτανε μόνο εφτά χρονών ετούτη η μικρή επανάσταση χωρίς αιτία . Πότε σούφρωνε το χείλι, πότε πατούσε πεισματικά το πόδι της στο έδαφος κι όταν την κούραζαν αυτές οι τσιριμόνιες σταύρωνε απλώς τα χέρια της στο στήθος και κατέβαζε το βλέμμα τόσο χαμηλά ως εκεί που έσκαβε με τις πατούσες της την αντοχή του και τη διέλυε σαν σβόλο από χιόνι. Πού έβρισκε τόσο πείσμα ετούτη η μικρή ζωντανή κούκλα, που χωρούσε ολόκληρη στα δυο του μπράτσα, μα ξεχείλιζε  απ΄την υπομονή του κι έτρεχε με τέτοιες γοητευτικές ταχύτητες που δύσκολα μπορούσε να την προφτάσει με όλα τα πατρικά του σύνεργα! Μοναχοκόρη, μοναχοπαίδι, μοναδική του έγνοια από τη μέρα που η Σουηδέζα γυναίκα του είπε οριστικά αντίο στον ήλιο της Μεσογείου κι αποφάσισε να επιστρέψει στη βόρεια ιδιοσυγκρασία της και σ΄ ένα συντοπίτη έρωτα που μάλλον δεν ξεπέρασε ποτέ κι άφησε υγρό να ρέει μέσα της παρά τη ζέστη με την οποία την αγκάλιασε η καινούρια της διαμονή στο Νότο. Μονάχα η δική του ζωή αποξηράθηκε κι απέμεινε πρώτη και στερνή  του σκέψη το παιδί ετούτο που έμοιαζε τόσο πολύ στο χαμένο έρωτά του.

Και τώρα τον κοιτούσε με γινάτι κι αυταρέσκεια, βέβαιη για την τελική του πτώση. Μα ξαφνικά εκείνο το γυάλινο, ψυχρό της βλέμμα , μεγάλωσε θαρρείς κι έγινε καθρέφτης κι από μέσα του ξεπήδησαν εικόνες και στιγμές που εκείνος σαν δούλος υπέκυπτε στο θέλημά της, μικρό ή μεγάλο, λογικό ή παράλογο, κατανοητό ή ακατανόητο. Κι ήτανε πολλές τούτες οι στιγμές που γίνονταν τροφή για το Εγώ της κι όλο της φούσκωναν την περηφάνια και την έκαναν πανί να την ταξιδεύουν συνεχώς σε μια απαίτηση, σε ένα αδιάκοπο Πάρε απ΄την ψυχή και την καρδιά του. Κι ύστερα, ξαφνικά, αισθάνθηκε μικρός, ελάχιστος μπρος στον καθρέφτη που του έστησε. Μια κουκκίδα που μπορούσε  εκείνη να την κρατά στη χούφτα της και να την πλάθει  σε όλα τα σχήματα και χρώματα, ώστε να ταιριάζει ανάλογα κάθε φορά στο δρόμο ή στο μονοπάτι που τον πρόσταζε να πάρει για χατίρι της.  Μα πιο πολύ μπάλα γινότανε τούτη η κουκκίδα κι έτρεχε  , κατρακυλούσε μέσα στα Ναι της και στα ΄Οχι της, δίχως ένα δικό του Ναι, δίχως ένα δικό του ΄Οχι . Και τότε ήταν που σε ένα βίαιο τράνταγμα  σε αυτή την κατηφόρα, την ώρα που η γαλάζια εμμονή του έδιωχνε με βία ένα μικρό κορίτσι που τόλμησε να έρθει και να παίξει δίπλα της, ένα κορίτσι που δεν ήταν τόσο γαλάζιο, που δεν ήταν τόσο ξανθό, τότε ήταν που έπεσε λες άξαφνα το πέπλο που του κάλυπτε την κρίση. Κι είδε ολοκάθαρα όλα τα Όχι που θα έπρεπε να πει και δεν ξεστόμισε να γίνονται  χέρια και να τον τυλίγουν επιτακτικά, να γίνονται επίμονες φωνές και να καλούνε την ευθύνη του. Κι άλλο δε δίστασε κι έτρεξε κοντά στα δυο κορίτσια και με μια κίνηση αγκαλιάς τις έφερε κοντά, τόσο κοντά που άγγιξε η καρδιά του στη δική τους , να νιώσει η μια τη συμπαράσταση κι η άλλη την υπεύθυνη αγάπη που θα έχτιζε για εκείνην πια στο μέλλον. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου