Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΧΑΝΣ ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΑΝΤΕΡΣΕΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.

Στις 15 Μαρτίου 1841, ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν έφυγε από την Νάπολη της Ιταλίας με το πολεμικό ατμόπλοιο Λεωνίδας για την Ελλάδα και την Ανατολή. «Το πολεµικό ατµόπλοιο Λεωνίδας µε γαλλική σηµαία βρισκόταν στο λιµάνι της Νάπολης. Ο Χολστ µε συνόδεψε στο πλοίο. Θα ταξίδευα μόνος μου. Ξένος ανάµεσα σε ξένους. Ένας άρρωστος Τούρκος ήταν ξαπλωµένος σε κάτι κουρελούδες, που τις είχαν στρώσει επάνω σε τσουβάλια από κάρβουνο. Κοντά του καθόταν ένας άντρας ντυµένος µ’ ένα πράσινο καφτάνι κι ένα λευκό τουρµπάνι, που τις τελευταίες µέρες στη Νάπολη είχε τραβήξει την προσοχή του κόσµου µε την ανατολίτικη φορεσιά του. Ήταν, όπως έµαθα αργότερα, Πέρσης από τη Χεράτ. Ο ένας µετά τον άλλον, όλοι οι επιβάτες ανέβηκαν στο πλοίο. Αµερικανοί και Ιταλοί µοναχοί, κυρίες και κύριοι από τη Γαλλία, άνθρωποι απ’ όλα τα µέρη του κόσµου, αλλά κανένας από το Βορρά», θα γράψει στο βιβλίο του A Poet’s Bazaar.
Την κορυφή ενός βουνού, κοντά στο Ναβαρίνο, σκεπασμένη με χιόνι ήταν το πρώτο που αντίκρισε από την Ελλάδα, πρώτος ανάμεσα σε όλους τους επιβάτες του πλοίου. Το πρώτο ελληνικό λιμάνι που έπιασε το πλοίο ήταν στη Σύρο. «Η αποβάθρα ήταν γεµάτη Έλληνες. Φορούσαν εφαρµοστά σακάκια, άσπρα φαρδιά παντελόνια κι ένα κόκκινο φέσι στο κεφάλι. Από παντού ακούγονταν φωνές! Ένας ηλικιωµένος άντρας µού άπλωσε το χέρι του για να µε βοηθήσει ν’ ανέβω στην αποβάθρα – και να! Πατούσα σε χώµα ελληνικό! Ευγνωµοσύνη στο Θεό, χαρά που βρισκόµουν εκεί κι ένα αίσθηµα λύπης, όλα µαζί συνυπήρχαν µέσα µου εκείνη τη στιγµή», θα γράψει. Στη Σύρο περιπλανήθηκε στην πόλη, μέχρι ψηλά στην πλαγιά του βουνού, όπου χτίζονταν νέα σπίτια. Απόλαυσε τη θέα προς την απέναντι πλευρά του λιμανιού, που βρισκόταν το Λαζαρέτο και η ματιά του μπόρεσε να ξεχωρίσει την Τήνο, τη Δήλο, τη Νάξο και την Άνδρο. Αργά το απόγευμα της ίδιας μέρας, επιβάτης στο γαλλικό πολεμικό ατμόπλοιο Λυκούργος, που είχε ολοκληρώσει την καραντίνα του στη Σύρο, απέπλευσε για τον Πειραιά.
«Μέτρησα περίπου εκατό σπίτια στον Πειραιά. Πίσω τους και πίσω από µια χλωµή πετρώδη έκταση και γκριζοπράσινες ελιές υψωνόταν ο Λυκαβηττός και πιο χαµηλά, η Ακρόπολη. Ο Υµηττός και το Πεντελικό έκλειναν το τοπίο, που ήταν ξερό και άγονο», περιγράφει ο Άντερσεν στο ιστορικό μυθιστόρημα Το Νησί Πέρα από την Ακτή την πρώτη εικόνα του αττικού τοπίου που αντίκρισε από το πλοίο.
Στο λιμάνι του Πειραιά τον υποδέχτηκαν Δανοί και Γερµανοί, που ζούσαν τότε στην Αθήνα. Ανάµεσά τους ο πρόξενος της Ολλανδίας και της Δανίας, ο Δανός εφηµέριος του Όθωνα, ο συµπατριώτης του καθηγητής Κέπεν, οι αρχιτέκτονες Χάνσεν και ο Δανός καθηγητής Ρος. Στην Αθήνα έμεινε στο ξενοδοχείο Μόναχο. Στις 2 Απριλίου, την ημέρα των γενεθλίων του, περιπλανήθηκε στην Αθήνα, πέρασε από τον Πύργο των Ανέμων και ανέβηκε στο Βράχο της Ακρόπολης. Η εικόνα που αντίκρισε με τα λεηλατημένα μάρμαρα τον συγκλόνισε. Όσο καιρό έμεινε στην Αθήνα, ο Άντερσεν ανέβαινε κάθε μέρα στην Ακρόπολη, είτε με ήλιο είτε με βροχή.
Οι συμπατριώτες του τον ξενάγησαν στην πόλη της Αθήνας, στον Πειραιά, στη μονή του Δαφνίου, την Ελευσίνα, στα περίχωρα του Υμηττού, στο Φάληρο και στις 6 Απριλίου επισκέφθηκε τα κοντινότερα χωριά της Αττικής, το Μαρούσι και την Κηφισιά. Έφυγε από την Αθήνα για Πειραιά με προορισμό το λιμάνι της Σύρου και από εκεί την Κωνσταντινούπολη στις 20 Απριλίου 1841 με το γαλλικό ατμόπλοιο Ευρώτας. «Θα έρθω και πάλι στην Ελλάδα! είπα στους φίλους µου που είχαν έρθει να µε αποχαιρετήσουν στο λιµάνι του Πειραιά. Μακάρι ο Θεός να έδινε τα λόγια µου να ήταν προφητικά», γράφει στο βιβλίο του και αφηγείται στο ιστορικό μυθιστόρημα Το Νησί Πέρα από την Ακτή ο Άντερσεν, χωρίς δυστυχώς να πραγματοποιήσει την επιθυμία του αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου